υποομάδα
Νέα ελληνικά (el)
| ↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||
|---|---|---|---|---|
| ονομαστική | η | υποομάδα | οι | υποομάδες |
| γενική | της | υποομάδας | των | υποομάδων |
| αιτιατική | την | υποομάδα | τις | υποομάδες |
| κλητική | υποομάδα | υποομάδες | ||
| Κατηγορία όπως «ελπίδα» - Παράρτημα:Ουσιαστικά | ||||
This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.