υπερεθνικός

Νέα ελληνικά (el)

 πτώσεις       ενικός      
γένη  αρσενικό θηλυκό ουδέτερο
ονομαστική ο υπερεθνικός η υπερεθνική το υπερεθνικό
      γενική του υπερεθνικού της υπερεθνικής του υπερεθνικού
    αιτιατική τον υπερεθνικό την υπερεθνική το υπερεθνικό
     κλητική υπερεθνικέ υπερεθνική υπερεθνικό
 πτώσεις   πληθυντικός  
γένη  αρσενικό θηλυκό ουδέτερο
ονομαστική οι υπερεθνικοί οι υπερεθνικές τα υπερεθνικά
      γενική των υπερεθνικών των υπερεθνικών των υπερεθνικών
    αιτιατική τους υπερεθνικούς τις υπερεθνικές τα υπερεθνικά
     κλητική υπερεθνικοί υπερεθνικές υπερεθνικά
Κατηγορία όπως «καλός» - Παράρτημα:Επίθετα & Μετοχές

Ετυμολογία

υπερεθνικός < λείπει η ετυμολογία

Επίθετο

υπερεθνικός, -ή, -ό

  • λείπει ο ορισμός (ή οι ορισμοί)

Μεταφράσεις

This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.