ταχυθάνατος
Νέα ελληνικά (el)
| ↓ πτώσεις | ενικός | |||||
|---|---|---|---|---|---|---|
| γένη → | αρσενικό | θηλυκό | ουδέτερο | |||
| ονομαστική | ο | ταχυθάνατος | η | ταχυθάνατη | το | ταχυθάνατο |
| γενική | του | ταχυθάνατου | της | ταχυθάνατης | του | ταχυθάνατου |
| αιτιατική | τον | ταχυθάνατο | την | ταχυθάνατη | το | ταχυθάνατο |
| κλητική | ταχυθάνατε | ταχυθάνατη | ταχυθάνατο | |||
| ↓ πτώσεις | πληθυντικός | |||||
| γένη → | αρσενικό | θηλυκό | ουδέτερο | |||
| ονομαστική | οι | ταχυθάνατοι | οι | ταχυθάνατες | τα | ταχυθάνατα |
| γενική | των | ταχυθάνατων | των | ταχυθάνατων | των | ταχυθάνατων |
| αιτιατική | τους | ταχυθάνατους | τις | ταχυθάνατες | τα | ταχυθάνατα |
| κλητική | ταχυθάνατοι | ταχυθάνατες | ταχυθάνατα | |||
| Κατηγορία όπως «όμορφος» - Παράρτημα:Επίθετα & Μετοχές | ||||||
Ετυμολογία
- ταχυθάνατος < → λείπει η ετυμολογία
Επίθετο
ταχυθάνατος, -η, -ο
- → λείπει ο ορισμός (ή οι ορισμοί)
Μεταφράσεις
ταχυθάνατος
|
|
This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.