σφίχτης
Νέα ελληνικά (el)
| ↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||
|---|---|---|---|---|
| ονομαστική | ο | σφίχτης | οι | σφίχτες |
| γενική | του | σφίχτη | των | σφιχτών |
| αιτιατική | τον | σφίχτη | τους | σφίχτες |
| κλητική | σφίχτη | σφίχτες | ||
| Κατηγορία όπως «ναύτης» - Παράρτημα:Ουσιαστικά | ||||
Αναφορές
- lifo.gr, πρόσβαση 6/4/2019
- vice.com, πρόσβαση 6/4/2019
- @books.google Harlan Coben, Μου λείπεις Μετάφραση: Αύγουστος Κορτώ. Εκδ. Μεταίχμιο], πρόσβαση 6/4/2019
This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.