σλαβοκρατία

Νέα ελληνικά (el)

 πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική η σλαβοκρατία οι σλαβοκρατίες
      γενική της σλαβοκρατίας των σλαβοκρατιών
    αιτιατική τη σλαβοκρατία τις σλαβοκρατίες
     κλητική σλαβοκρατία σλαβοκρατίες
Κατηγορία όπως «σοφία» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία

σλαβοκρατία < Σλάβος + -κρατία

Ουσιαστικό

σλαβοκρατία θηλυκό

  • η διακυβέρνηση κράτους ή περιοχής από Σλάβους

Μεταφράσεις

This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.