πινακογλείφτης
Νέα ελληνικά (el)
| ↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||
|---|---|---|---|---|
| ονομαστική | ο | πινακογλείφτης | οι | πινακογλείφτες |
| γενική | του | πινακογλείφτη | των | πινακογλειφτών |
| αιτιατική | τον | πινακογλείφτη | τους | πινακογλείφτες |
| κλητική | πινακογλείφτη | πινακογλείφτες | ||
| Κατηγορία όπως «ναύτης» - Παράρτημα:Ουσιαστικά | ||||
Μεταφράσεις
πινακογλείφτης
|
Πηγές
- πινακογλείφτης - Αναστασιάδη - Συμεωνίδη, Άννα (2003). Αντίστροφο λεξικό της νέας ελληνικής. Ινστιτούτο Νεοελληνικών Σπουδών. Ίδρυμα Μανόλη Τριανταφυλλίδη. (συντομογραφίες)
This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.