οροφογραφία
Νέα ελληνικά (el)
| ↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||
|---|---|---|---|---|
| ονομαστική | η | οροφογραφία | οι | οροφογραφίες |
| γενική | της | οροφογραφίας | των | οροφογραφιών |
| αιτιατική | την | οροφογραφία | τις | οροφογραφίες |
| κλητική | οροφογραφία | οροφογραφίες | ||
| Κατηγορία όπως «σοφία» - Παράρτημα:Ουσιαστικά | ||||
Προφορά
- ΔΦΑ : /o.ro.fo.ɣɾaˈfi.a/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : ο‐ρο‐φο‐γρα‐φί‐α
Ουσιαστικό
οροφογραφία θηλυκό
- ζωγραφική που γίνεται πάνω σε οροφή
- ※ Για τα επόμενα 4 χρόνια, ο σπουδαίος ζωγράφος δεν θα άφηνε λεπτό το έργο του και θα έκανε τα πάντα, ώστε να δημιουργήσει μία από τις πιο όμορφες οροφογραφίες του κόσμου.
- «Καπέλα Σιξτίνα: Οι συμβολισμοί πίσω από την αριστουργηματική οροφογραφία του Μιχαήλ Άγγελου», monopoly.gr, 1 Νοεμβρίου 2021 πρόσβαση: 2021-11-28
Μεταφράσεις
οροφογραφία
|
|
This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.