νιτροβάμβακας
Νέα ελληνικά (el)
| ↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||
|---|---|---|---|---|
| ονομαστική | ο | νιτροβάμβακας | οι | νιτροβάμβακες |
| γενική | του | νιτροβάμβακα | των | νιτροβαμβάκων |
| αιτιατική | τον | νιτροβάμβακα | τους | νιτροβάμβακες |
| κλητική | νιτροβάμβακα | νιτροβάμβακες | ||
| Κατηγορία όπως «φύλακας» - Παράρτημα:Ουσιαστικά | ||||
Ετυμολογία
- νιτροβάμβακας < → λείπει η ετυμολογία
Μεταφράσεις
νιτροβάμβακας
This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.