μπροστινός
Νέα ελληνικά (el)
| ↓ πτώσεις | ενικός | |||||
|---|---|---|---|---|---|---|
| γένη → | αρσενικό | θηλυκό | ουδέτερο | |||
| ονομαστική | ο | μπροστινός | η | μπροστινή | το | μπροστινό |
| γενική | του | μπροστινού | της | μπροστινής | του | μπροστινού |
| αιτιατική | τον | μπροστινό | την | μπροστινή | το | μπροστινό |
| κλητική | μπροστινέ | μπροστινή | μπροστινό | |||
| ↓ πτώσεις | πληθυντικός | |||||
| γένη → | αρσενικό | θηλυκό | ουδέτερο | |||
| ονομαστική | οι | μπροστινοί | οι | μπροστινές | τα | μπροστινά |
| γενική | των | μπροστινών | των | μπροστινών | των | μπροστινών |
| αιτιατική | τους | μπροστινούς | τις | μπροστινές | τα | μπροστινά |
| κλητική | μπροστινοί | μπροστινές | μπροστινά | |||
| Κατηγορία όπως «καλός» - Παράρτημα:Επίθετα & Μετοχές | ||||||
Ετυμολογία
- μπροστινός < μπροστά
Μεταφράσεις
μπροστινός
|
|
This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.