μπουφάν
Παρακαλούμε συμπληρώστε, τεκμηριώστε το λήμμα και βγάλτε αυτή την ετικέτα εάν θεωρείτε ότι το λήμμα ανταποκρίνεται στα κριτήρια του Βικιλεξικού. |
Νέα ελληνικά (el)
Ετυμολογία
- μπουφάν < (άμεσο δάνειο) γαλλική bouffant (φουσκωτό κάλυμμα)

χαρακτηριστικός τύπος μπουφάν
Προφορά
- ΔΦΑ : /buˈfan/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : μπου‐φάν
Ουσιαστικό
μπουφάν ουδέτερο άκλιτο
Συνώνυμα
Σημειώσεις
- στον πληθυντικό υπάρχει και ο σπάνιος, λαϊκός τύπος μπουφάνια
This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.