μνημούρι

Νέα ελληνικά (el)

 πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική το μνημούρι τα μνημούρια
      γενική του μνημουριού των μνημουριών
    αιτιατική το μνημούρι τα μνημούρια
     κλητική μνημούρι μνημούρια
Οι καταλήξεις -ιού, -ια, -ιών προφέρονται με συνίζηση.
Κατηγορία όπως «τραγούδι» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία

μνημούρι < λείπει η ετυμολογία

Ουσιαστικό

μνημούρι ουδέτερο

  • τάφος, μνήμα
      Κλωτσιὰ βαρεῖ τοῦ μαύρου του ςτὴν ἐκκλησιὰ παγαίνει.
    Βρίσκει τὸν πρωτομάστορη, ποῦ κάνει τὸ μνημοῦρι
    Πέ μου νὰ ζήσῃς μάστορα τίνος εἶν ̓ τὸ μνημοῦρι;
    Εἶναι τῆς κόρης τῆς ξανθῆς, ξανθῆς καὶ μαυρομμάτας,
    Ὁπὤχει τοὺς ἐννι ̓ ἀδερφοὺς τὸν Κωνσταντῖνον ἄντρα,
    Πὤχει τὰ σπίτια τὰ πολλὰ τὰ τέσσερα παλάτια.
    Παρακαλῶ σε μάστορα, να φτιάσῃς τὸ μνημοῦρι
    Λίγο μακρὺ, λίγο πλατὺ, νἆναι γιὰ δυὸ νομάτους.
    Arnold Passow, Popularia carmina graeciae recentioris. (1860). Γερμανία: in aedibus B.G. Teubneri. (τραγούδι: Ο Χάρος και η κόρη), σελ. 297 @books.google

ιδιωματικό:

  • νημούρι

Μεταφράσεις

Πηγές



Μεσαιωνικά ελληνικά (gkm)

Ετυμολογία

μνημούρι < λείπει η ετυμολογία

Ουσιαστικό

μνημούρι ουδέτερο

  • άλλη μορφή του μνημούριν  δείτε τη λέξη μνημόριον
      16ος/17ος αιώνας, Η Βοσκοπούλα, ανωνύμου, Κρητικό ειδύλλιο, στίχ.411 (στίχοι 409-412) @georgakas.lit.auth.gr
    Κύρη γονή, νὰ ζήσης, ἀφεντάκι,
    μὴ βαρεθῆς τὴ στράτα καμποσάκι
    νὰ πάμε στὸ μνημούρι τσῆ κερᾶς μου,
    νὰ κάμω τὸ κοντέντο τσῆ καρδιᾶς μου.

Πηγές

This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.