μιλιταριστής
Νέα ελληνικά (el)
| ↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||
|---|---|---|---|---|
| ονομαστική | ο | μιλιταριστής | οι | μιλιταριστές |
| γενική | του | μιλιταριστή | των | μιλιταριστών |
| αιτιατική | τον | μιλιταριστή | τους | μιλιταριστές |
| κλητική | μιλιταριστή | μιλιταριστές | ||
| Κατηγορία όπως «ποιητής» - Παράρτημα:Ουσιαστικά | ||||
Ετυμολογία
- μιλιταριστής < (άμεσο δάνειο) γαλλική militarisme < militaire < λατινική militaris (στρατιωτικός) < miles (στρατιώτης)
Συνώνυμα
Συγγενικά
Μεταφράσεις
μιλιταριστής
This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.