μηλεώνας

Νέα ελληνικά (el)

 πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική ο μηλεώνας οι μηλεώνες
      γενική του μηλεώνα των μηλεώνων
    αιτιατική τον μηλεώνα τους μηλεώνες
     κλητική μηλεώνα μηλεώνες
Κατηγορία όπως «αγώνας» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία

μηλεώνας < (διαχρονικό δάνειο) καθαρεύουσα μηλε(ών) + -ώνας [1] < αρχαία ελληνική μηλέα + -ώνας < μῆλον. Συγκρίνετε με το μηλιώνας.[2]

Προφορά

ΔΦΑ : /mi.leˈo.nas/
τυπογραφικός συλλαβισμός: μηλεώνας

Ουσιαστικό

μηλεώνας αρσενικό

Μεταφράσεις

Αναφορές

  1. Δημητράκος, Δημήτριος Β. (1964) Μέγα λεξικὸν ὅλης τῆς Ἑλληνικῆς γλώσσης, 1930-1950. 2η έκδοση:1964. Αθήνα: Εκδόσεις: Δομή (15 τόμοι) & επανεκδόσεις, 1η έκδοση:1953 (9 τόμοι) Ελληνική Παιδεία, .
  2. Μπαμπινιώτης, Γεώργιος (2002). Λεξικό της νέας ελληνικής γλώσσας (Βʹ έκδοση). Αθήνα: Κέντρο Λεξικολογίας. (Αʹ έκδοση: 1998)
This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.