μηδενιστής

Νέα ελληνικά (el)

 πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική ο μηδενιστής οι μηδενιστές
      γενική του μηδενιστή των μηδενιστών
    αιτιατική τον μηδενιστή τους μηδενιστές
     κλητική μηδενιστή μηδενιστές
Κατηγορία όπως «ποιητής» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία

μηδενιστής < μεταφραστικό δάνειο από τη γαλλική nihiliste

Ουσιαστικό

μηδενιστής αρσενικό, μηδενίστρια θηλυκό

Συγγενικά

Συνώνυμα

Μεταφράσεις

This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.