κωδικοσελίδα

Νέα ελληνικά (el)

 πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική η κωδικοσελίδα οι κωδικοσελίδες
      γενική της κωδικοσελίδας των κωδικοσελίδων
    αιτιατική την κωδικοσελίδα τις κωδικοσελίδες
     κλητική κωδικοσελίδα κωδικοσελίδες
Κατηγορία όπως «ελπίδα» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία

κωδικοσελίδα < κωδικός + σελίδα

Ουσιαστικό

κωδικοσελίδα θηλυκό

Μεταφράσεις

Αναφορές

  1. ascii codes. Προσπέλαση 2019-11-30
  2. Definition of: code page, www.pcmag.com. Προσπέλαση 2019-11-30
This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.