κυνομαχία
Νέα ελληνικά (el)
| ↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||
|---|---|---|---|---|
| ονομαστική | η | κυνομαχία | οι | κυνομαχίες |
| γενική | της | κυνομαχίας | των | κυνομαχιών |
| αιτιατική | την | κυνομαχία | τις | κυνομαχίες |
| κλητική | κυνομαχία | κυνομαχίες | ||
| Κατηγορία όπως «σοφία» - Παράρτημα:Ουσιαστικά | ||||
Ουσιαστικό
κυνομαχία θηλυκό
- μάχη σκύλων (που οργανώνεται ως -ειδεχθές- θέαμα από κάποιους και για την οποία συνήθως διεξάγονται στοιχηματισμοί)
This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.