κολοκυθάκι

Νέα ελληνικά (el)

 πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική το κολοκυθάκι τα κολοκυθάκια
      γενική
    αιτιατική το κολοκυθάκι τα κολοκυθάκια
     κλητική κολοκυθάκι κολοκυθάκια
Η κατάληξη του πληθυντικού -ια προφέρεται με συνίζηση.
Κατηγορία όπως «παιδάκι» - Παράρτημα:Ουσιαστικά
αλευρωμένα κολοκυθάκια ενώ τηγανίζονται

Ετυμολογία

κολοκυθάκι < κολοκύθι + υποκοριστικό επίθημα -άκι

Ουσιαστικό

κολοκυθάκι ουδέτερο

Συγγενικά

 δείτε τη λέξη  κολοκύθι

Μεταφράσεις

This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.