καλαθούνι

Νέα ελληνικά (el)

 πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική το καλαθούνι τα καλαθούνια
      γενική
    αιτιατική το καλαθούνι τα καλαθούνια
     κλητική καλαθούνι καλαθούνια
Η κατάληξη του πληθυντικού -ια προφέρεται με συνίζηση.
Κατηγορία όπως «παιδάκι» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία

καλαθούνι < καλάθ(ι) + υποκοριστικό επίθημα -ούνι

Ουσιαστικό

καλαθούνι ουδέτερο

  1. (οικείο) υποκοριστικό του καλάθι
  2. (τυρί) είδος τυριού (Χρειάζεται τεκμηρίωση…)

Συγγενικά

Μεταφράσεις

για γλώσσες που δεν διαχωρίζουν το υποκοριστικό σε αυτόν τον όρο (ή γενικά) δείτε καλάθι

Πηγές

This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.