ιχθυοδεξαμενή

Νέα ελληνικά (el)

 πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική η ιχθυοδεξαμενή οι ιχθυοδεξαμενές
      γενική της ιχθυοδεξαμενής των ιχθυοδεξαμενών
    αιτιατική την ιχθυοδεξαμενή τις ιχθυοδεξαμενές
     κλητική ιχθυοδεξαμενή ιχθυοδεξαμενές
Κατηγορία όπως «ψυχή» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία

ιχθυοδεξαμενή < ιχθύς + -ο- + δεξαμενή

Ουσιαστικό

ιχθυοδεξαμενή θηλυκό

  • (αλιεία) δεξαμενή στην οποία υπάρχουν (και εκτρέφονται) ψάρια
      Κτιστή ορθογώνια ιχθυοδεξαμενή, ρωμαϊκών χρόνων, εξωτερικών διαστάσεων 6,60 Χ 5,50 μ. και σωζόμενου ύψους 2,18 μ. Οι υδατοστεγείς τοίχοι της, πάχους 0,65 μ., είναι κατασκευασμένοι κατά το ψευδοϊσόδομο σύστημα δόμησης με ορθογώνιους λιθόπλινθους ηφαιστειακού πετρώματος. (Ρωμαϊκή Ιχθυοδεξαμενή στο Μακρύ Γιαλό Μυτιλήνης, Υπουργείο Πολιτισμού και Αθλητισμού, odysseus.culture.gr, ανακτήθηκε στις 26/11/2022 )

Μεταφράσεις

This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.