ινάτι

Νέα ελληνικά (el)

 πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική το ινάτι τα ινάτια
      γενική του ινατιού των ινατιών
    αιτιατική το ινάτι τα ινάτια
     κλητική ινάτι ινάτια
Οι καταλήξεις -ιού, -ια, -ιών προφέρονται με συνίζηση.
Κατηγορία όπως «τραγούδι» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία

ινάτι < (άμεσο δάνειο) τουρκική inat < οθωμανική τουρκική عناد (inad, inat) < αραβική عناد (ʿinād)

Ουσιαστικό

ινάτι ουδέτερο

Συγγενικά

Μεταφράσεις

Πηγές

This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.