ηλιόκριση

Νέα ελληνικά (el)

 πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική η ηλιόκριση οι ηλιοκρίσεις
      γενική της ηλιόκρισης των ηλιοκρίσεων
    αιτιατική την ηλιόκριση τις ηλιοκρίσεις
     κλητική ηλιόκριση ηλιοκρίσεις
Κατηγορία όπως «παγκοσμιοποίηση» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία

ηλιόκριση < ηλιό- + ... < κρούω  Η Ετυμολογία χρειάζεται ανάπτυξη με τεκμηρίωση. Μπορείτε να βοηθήσετε;  

Προφορά

ΔΦΑ : /iˈʎo.kɾi.si/
τυπογραφικός συλλαβισμός: ηλιόκριση

Ουσιαστικό

ηλιόκριση θηλυκό

  • (παρωχημένο) άλλη μορφή του λιόκριση, λιόκρουση
      Γιάννης Γρυπάρης 1870-1942, «Ο Τρύφων και η Χρυσόφρυδη», Από το ερωτικό βιβλίο του Τρύφωνος και της Χρυσόφρυδης, ποιητική συλλογή Σκαραβαῖοι καὶ τερρακόττες, Εκδ. Ι.Ν. Σιδέρης, έκδοση 2η, χ.χ. pdf @olympias Πανεπιστήμιο Ιωαννίνων
    Και κάπου μια νυχτιά, κ' ήταν ηλιόκριση
    του φεγγαριού, τη βρίσκει
    πού τον ανάμενε η Χρυσόφρυδη
    στην κρουσταλλένια της Αγάπης βρύση,

Συγγενικά

  • ηλιόκρουγμα
  • ηλιοκρούζομαι
  • ηλιόκρουστος

Μεταφράσεις

Πηγές

This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.