ζουρλοκομείο

Νέα ελληνικά (el)

 πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική το ζουρλοκομείο τα ζουρλοκομεία
      γενική του ζουρλοκομείου των ζουρλοκομείων
    αιτιατική το ζουρλοκομείο τα ζουρλοκομεία
     κλητική ζουρλοκομείο ζουρλοκομεία
Κατηγορία όπως «πεύκο» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία

ζουρλοκομείο < ζουρλός + -ο- + -κομείο

Ουσιαστικό

ζουρλοκομείο ουδέτερο

  • (λαϊκότροπο) (προφορικό) τρελοκομείο
    Ἔτσι, τὸ πρῶτο ποὺ ρώτησα τὸν Τσιγάντε, ὅταν ἀνέβηκε μὲ τὶς Συμμαχικὲς Ἀρχὲς νὰ χαιρετίσει τὸν Ἀντιβασιλέα ἦταν: «Τί γίνεται ἔξω;» «Ζουρλοκομεῖο», μοῦ ἀπάντησε. (Περιοδικό Νέα Εστία, Τόμος 131, Σελίδα 226)

Μεταφράσεις

This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.