ζαμπονόπιτα

Νέα ελληνικά (el)

 πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική η ζαμπονόπιτα οι ζαμπονόπιτες
      γενική της ζαμπονόπιτας
    αιτιατική τη ζαμπονόπιτα τις ζαμπονόπιτες
     κλητική ζαμπονόπιτα ζαμπονόπιτες
Κατηγορία όπως «πέστροφα» - Παράρτημα:Ουσιαστικά
τρεις ζαμπονοτυρόπιτες

Ετυμολογία

ζαμπονόπιτα < ζαμπόν + -ό- + πίτα

Ουσιαστικό

ζαμπονόπιτα θηλυκό

Συγγενικά

Μεταφράσεις

This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.