εχτές

Νέα ελληνικά (el)

Ετυμολογία

εχτές < (κληρονομημένο) μεσαιωνική ελληνική ἐχτές < αρχαία ελληνική ἐχθές με ανομοίωση των φθόγγων [kt] > [xθ][1] Δείτε και χτες

Προφορά

ΔΦΑ : /eˈxtes/
τυπογραφικός συλλαβισμός: εχτές

Επίρρημα

εχτές

  • (προφορικό) άλλη μορφή του χτες

αντιπροχτές, αντιπροχθές, αντίπροχτες, αντίπροχθες προχθές, προχτές χτες, χθες, εχτές, εχθές σήμερα αύριο μεθαύριο, μεθαύριον αντιμεθαύριο, παραμεθαύριο

Μεταφράσεις

Αναφορές

This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.