επιχειροτονία

Νέα ελληνικά (el)

 πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική η επιχειροτονία οι επιχειροτονίες
      γενική της επιχειροτονίας των επιχειροτονιών
    αιτιατική την επιχειροτονία τις επιχειροτονίες
     κλητική επιχειροτονία επιχειροτονίες
Κατηγορία όπως «σοφία» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία

επιχειροτονία< παρασύνθετη λέξη από την πρόθ. επί + χειροτονία

Ουσιαστικό

επιχειροτονία θηλυκό

Θεσμός του Αττικού δικαίου

Μεταφράσεις

This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.