εξαφανισμός
Νέα ελληνικά (el)
| ↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||
|---|---|---|---|---|
| ονομαστική | ο | εξαφανισμός | οι | εξαφανισμοί |
| γενική | του | εξαφανισμού | των | εξαφανισμών |
| αιτιατική | τον | εξαφανισμό | τους | εξαφανισμούς |
| κλητική | εξαφανισμέ | εξαφανισμοί | ||
| Κατηγορία όπως «ναός» - Παράρτημα:Ουσιαστικά | ||||
Μεταφράσεις
εξαφανισμός
|
This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.