ελεύθερο μόρφημα

Νέα ελληνικά (el)

 πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική το ελεύθερο μόρφημα τα ελεύθερα μορφήματα
      γενική του ελεύθερου μορφήματος των ελεύθερων μορφημάτων
    αιτιατική το ελεύθερο μόρφημα τα ελεύθερα μορφήματα
     κλητική ελεύθερο μόρφημα ελεύθερα μορφήματα
Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία

ελεύθερο μόρφημα < (μεταφραστικό δάνειο) αγγλική free morpheme,  δείτε τις λέξεις ελεύθερος και μόρφημα

Ουσιαστικό

ελεύθερο μόρφημα ουδέτερο

Αντώνυμα

Μεταφράσεις

This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.