δημεχθής

Αρχαία ελληνικά (grc)

ελληνιστική κοινή (αρχαία κλίση)
δε μαρτυρείται δυϊκός αριθμός
 γένη αρσενικό & θηλυκό ουδέτερο
 πτώσεις       ενικός      
ονομαστική / δημεχθής τὸ δημεχθές
      γενική τοῦ/τῆς δημεχθοῦς τοῦ δημεχθοῦς
      δοτική τῷ/τῇ δημεχθεῖ τῷ δημεχθεῖ
    αιτιατική τὸν/τὴν δημεχθ τὸ δημεχθές
     κλητική ! δημεχθές δημεχθές
 πτώσεις   πληθυντικός  
ονομαστική οἱ/αἱ δημεχθεῖς τὰ δημεχθ
      γενική τῶν δημεχθῶν τῶν δημεχθῶν
      δοτική τοῖς/ταῖς δημεχθέσ(ν) τοῖς δημεχθέσ(ν)
    αιτιατική τοὺς/τὰς δημεχθεῖς τὰ δημεχθ
     κλητική ! δημεχθεῖς δημεχθ
    δυϊκός  
ονομ-αιτ-κλ τὼ δημεχθεῖ τὼ δημεχθεῖ
      γεν-δοτ τοῖν δημεχθοῖν τοῖν δημεχθοῖν
3η κλίση, Κατηγορία 'συνεχής' όπως «συνεχής» - Παράρτημα:Επίθετα & Μετοχές

Ετυμολογία

δημεχθής (ελληνιστική κοινή) < αρχαία ελληνική δημ- + -εχθής  δείτε τις λέξεις δῆμος και ἔχθος

Επίθετο

δημεχθής, -ής, -ές (ελληνιστική κοινή)

Συγγενικά

Αναφορές

  1. Αικατερίνη Παπαζέτη, Κριτική έκδοση και σχολιασμός του έργου Περί μονήρους λέξεως του γραμματικού Αιλίου Ηρωδιανού (2ος αι. μ.Χ.), (διδακτορική διατριβή), ΑΠΘ, Τμήμα Φιλολογίας, Θεσσαλονίκη 2008, σελ. 114 @ikee.lib.auth.gr

Πηγές

This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.