βορειοαφρικανικός
Νέα ελληνικά (el)
| ↓ πτώσεις | ενικός | |||||
|---|---|---|---|---|---|---|
| γένη → | αρσενικό | θηλυκό | ουδέτερο | |||
| ονομαστική | ο | βορειοαφρικανικός | η | βορειοαφρικανική | το | βορειοαφρικανικό |
| γενική | του | βορειοαφρικανικού | της | βορειοαφρικανικής | του | βορειοαφρικανικού |
| αιτιατική | τον | βορειοαφρικανικό | τη | βορειοαφρικανική | το | βορειοαφρικανικό |
| κλητική | βορειοαφρικανικέ | βορειοαφρικανική | βορειοαφρικανικό | |||
| ↓ πτώσεις | πληθυντικός | |||||
| γένη → | αρσενικό | θηλυκό | ουδέτερο | |||
| ονομαστική | οι | βορειοαφρικανικοί | οι | βορειοαφρικανικές | τα | βορειοαφρικανικά |
| γενική | των | βορειοαφρικανικών | των | βορειοαφρικανικών | των | βορειοαφρικανικών |
| αιτιατική | τους | βορειοαφρικανικούς | τις | βορειοαφρικανικές | τα | βορειοαφρικανικά |
| κλητική | βορειοαφρικανικοί | βορειοαφρικανικές | βορειοαφρικανικά | |||
| Κατηγορία όπως «καλός» - Παράρτημα:Επίθετα & Μετοχές | ||||||
Ετυμολογία
- βορειοαφρικανικός < → λείπει η ετυμολογία
Επίθετο
βορειοαφρικανικός
- ο σχετικός με τη Βόρεια Αφρική (χώρες, λαούς, γεωγραφία)
Μεταφράσεις
βορειοαφρικανικός
|
|
This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.