βιντεοπειρατεία
Νέα ελληνικά (el)
| ↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||
|---|---|---|---|---|
| ονομαστική | η | βιντεοπειρατεία | οι | βιντεοπειρατείες |
| γενική | της | βιντεοπειρατείας | των | βιντεοπειρατειών |
| αιτιατική | τη | βιντεοπειρατεία | τις | βιντεοπειρατείες |
| κλητική | βιντεοπειρατεία | βιντεοπειρατείες | ||
| Κατηγορία όπως «σοφία» - Παράρτημα:Ουσιαστικά | ||||
Ουσιαστικό
βιντεοπειρατεία θηλυκό
- η παραγωγή και εμπορία παράνομων αντιγράφων ταινιών σε βιντεοκασέτες
Συγγενικά
Μεταφράσεις
βιντεοπειρατεία
|
|
This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.