αἰγίνη

Αρχαία ελληνικά (grc)

 πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική αἰγίνη αἱ ...?...αι
      γενική τῆς αἰγίνης τῶν αἰγινῶν
      δοτική τῇ αἰγίν ταῖς αἰγίναις
    αιτιατική τὴν αἰγίνην τὰς αἰγίνᾱς
     κλητική ! αἰγίνη ...?...αι
  δυϊκός
ονομ-αιτ-κλ τὼ  αἰγίν
γεν-δοτ τοῖν  αἰγίναιν
Δεν υπάρχουν πληροφορίες για την προσωδία
του δίχρονου φωνήεντος στην παραλήγουσα.
Δεν γνωρίζουμε πώς τονίζεται η ονομαστική πληθυντικού.
1η κλίση, ομάδα 'γνώμη', Κατηγορία 'γνώμη' όπως «γνώμη» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία

αἰγίνη < προελληνική . Παραδοσιακά είχε συνδεθεί με το αἴξ

Ουσιαστικό

αἰγίνη θηλυκό

Συνώνυμα

  • περικλύμενον

Πηγές

This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.