αυτοπαρουσίαση
Νέα ελληνικά (el)
| ↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||
|---|---|---|---|---|
| ονομαστική | η | αυτοπαρουσίαση | οι | αυτοπαρουσιάσεις |
| γενική | της | αυτοπαρουσίασης* | των | αυτοπαρουσιάσεων |
| αιτιατική | την | αυτοπαρουσίαση | τις | αυτοπαρουσιάσεις |
| κλητική | αυτοπαρουσίαση | αυτοπαρουσιάσεις | ||
| * παλιότερος λόγιος τύπος, αυτοπαρουσιάσεως | ||||
| Κατηγορία όπως «δύναμη» - Παράρτημα:Ουσιαστικά | ||||
Ετυμολογία
- αυτοπαρουσίαση < αυτοπαρουσιάζομαι + -ση < αυτο- + παρουσιάζομαι
Συνώνυμα
Μεταφράσεις
αυτοπαρουσίαση
|
|
This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.