αρχιτυμπανιστής

Νέα ελληνικά (el)

 πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική ο αρχιτυμπανιστής οι αρχιτυμπανιστές
      γενική του αρχιτυμπανιστή των αρχιτυμπανιστών
    αιτιατική τον αρχιτυμπανιστή τους αρχιτυμπανιστές
     κλητική αρχιτυμπανιστή αρχιτυμπανιστές
Κατηγορία όπως «ποιητής» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία

αρχιτυμπανιστής < αρχι- + τυμπανιστής

Ουσιαστικό

αρχιτυμπανιστής αρσενικό

Μεταφράσεις

This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.