αριστερίστικος

Νέα ελληνικά (el)

 πτώσεις       ενικός      
γένη  αρσενικό θηλυκό ουδέτερο
ονομαστική ο αριστερίστικος η αριστερίστικη το αριστερίστικο
      γενική του αριστερίστικου της αριστερίστικης του αριστερίστικου
    αιτιατική τον αριστερίστικο την αριστερίστικη το αριστερίστικο
     κλητική αριστερίστικε αριστερίστικη αριστερίστικο
 πτώσεις   πληθυντικός  
γένη  αρσενικό θηλυκό ουδέτερο
ονομαστική οι αριστερίστικοι οι αριστερίστικες τα αριστερίστικα
      γενική των αριστερίστικων των αριστερίστικων των αριστερίστικων
    αιτιατική τους αριστερίστικους τις αριστερίστικες τα αριστερίστικα
     κλητική αριστερίστικοι αριστερίστικες αριστερίστικα
Κατηγορία όπως «όμορφος» - Παράρτημα:Επίθετα & Μετοχές

Ετυμολογία

αριστερίστικος < λείπει η ετυμολογία

Επίθετο

αριστερίστικος

Μεταφράσεις

This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.