αποθετικό ρήμα

Νέα ελληνικά (el)

Ετυμολογία

αποθετικό ρήμα  δείτε τις λέξεις αποθετικός και ρήμα < (διαχρονικό δάνειο) ελληνιστική κοινή ἀποθετικόν ῥῆμα < υστερολατινική verbum deponens  και δείτε τη λέξη ἀποθετικός (ανακεφαλαιωτικός). Η ονομασία, επειδή αρχικά θεωρήθηκε ότι είχαν αποβάλει, είχαν αποθέσει την ενεργητική μορφή τους

Πολυλεκτικός όρος

αποθετικό ρήμα ουδέτερο

  • Παράρτημα:Αποθετικά ρήματα
  • Κατηγορία:Ρήματα χωρίς ενεργητική φωνή (νέα ελληνικά) στο Βικιλεξικό

Μεταφράσεις

Πηγές

This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.