αποδιεθνοποιώ

Νέα ελληνικά (el)

Ετυμολογία

αποδιεθνοποιώ < απο- + διεθνοποιώ

Ρήμα

αποδιεθνοποιώ (παθητική φωνή: αποδιεθνοποιούμαι)

Αντώνυμα

Συγγενικά

Κλίση

Μεταφράσεις

This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.