αμμουδιά
Νέα ελληνικά (el)
| ↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||
|---|---|---|---|---|
| ονομαστική | η | αμμουδιά | οι | αμμουδιές |
| γενική | της | αμμουδιάς | των | αμμουδιών |
| αιτιατική | την | αμμουδιά | τις | αμμουδιές |
| κλητική | αμμουδιά | αμμουδιές | ||
| Οι καταλήξεις προφέρονται με συνίζηση. | ||||
| Κατηγορία όπως «καρδιά» - Παράρτημα:Ουσιαστικά | ||||
_(17955188972).jpg.webp)
αμμουδιά στη Χονολουλού
Ετυμολογία
- αμμουδιά < → λείπει η ετυμολογία
Προφορά
- ΔΦΑ : /a.muˈðʝa/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : αμ‐μου‐διά
Συνώνυμα
This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.