αγριοπερίστερο

Νέα ελληνικά (el)

 πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική το αγριοπερίστερο τα αγριοπερίστερα
      γενική του αγριοπερίστερου των αγριοπερίστερων
    αιτιατική το αγριοπερίστερο τα αγριοπερίστερα
     κλητική αγριοπερίστερο αγριοπερίστερα
Κατηγορία όπως «σίδερο» - Παράρτημα:Ουσιαστικά
Columba livia, το αγριοπερίστερο.

Ετυμολογία

αγριοπερίστερο < αγριο- + περιστέρ(ι) + -ο

Προφορά

ΔΦΑ : /a.ɣɾi.o.peˈɾi.ste.ɾo/
τυπογραφικός συλλαβισμός: αγριοπερίστερο

Ουσιαστικό

αγριοπερίστερο ουδέτερο

Συνώνυμα

  • ταξινομική οικογένεια: Περιστερίδες (Columbidae), γένος Columba
  • λατινικά:  δείτε τις λέξεις columba και livia

Μεταφράσεις

This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.