Υδροφόρια
Νέα ελληνικά (el)
| ↓ πτώσεις | πληθυντικός | |||
|---|---|---|---|---|
| ονομαστική | τα | Υδροφόρια | ||
| γενική | των | Υδροφόριων & Υδροφορίων | ||
| αιτιατική | τα | Υδροφόρια | ||
| κλητική | Υδροφόρια | |||
| Οι δεύτεροι τύποι, παλιότεροι, λόγιοι. | ||||
| Κατηγορία όπως «βούτυρο» - Παράρτημα:Ουσιαστικά | ||||
Ετυμολογία
- Υδροφόρια < (ελληνιστική κοινή) ὑδροφόρια / Ὑδροφόρια
Κύριο όνομα
Υδροφόρια ουδέτερο, μόνο στον πληθυντικό
- (θρησκεία) εορτή στην αρχαία Αθήνα, που τελούνταν την τρίτη ημέρα της εορτής των Aνθεστηρίων, σε ανάμνηση όσων χάθηκαν στον Κατακλυσμό του Δευκαλίωνα
-
Υδροφόρια στη Βικιπαίδεια

This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.