Τσιμπουκλίδης
Νέα ελληνικά (el)
| ↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||
|---|---|---|---|---|
| ονομαστική | ο | Τσιμπουκλίδης | οι | Τσιμπουκλίδηδες |
| γενική | του | Τσιμπουκλίδη* | των | Τσιμπουκλίδηδων |
| αιτιατική | τον | Τσιμπουκλίδη | τους | Τσιμπουκλίδηδες |
| κλητική | Τσιμπουκλίδη | Τσιμπουκλίδηδες | ||
| * Και λόγια γενική ενικού Τσιμπουκλίδου | ||||
| Ονοματεπώνυμα - Κατηγορία όπως «Αγγελίδης» - Παράρτημα:Ουσιαστικά | ||||
Ετυμολογία
- Τσιμπουκλίδης < Τσιμπουκλ(ής) + -ίδης. Δείτε και τσιμπούκι
Μεταγραφές
- λατινικοί χαρακτήρες: Tsibouklidis, Tsimpouklidis, Tsimpouklides
This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.