Τσαγκαρογιάννης
Νέα ελληνικά (el)
| ↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||
|---|---|---|---|---|
| ονομαστική | ο | Τσαγκαρογιάννης | οι | Τσαγκαρογιάννηδες |
| γενική | του | Τσαγκαρογιάννη | των | Τσαγκαρογιάννηδων |
| αιτιατική | τον | Τσαγκαρογιάννη | τους | Τσαγκαρογιάννηδες |
| κλητική | Τσαγκαρογιάννη | Τσαγκαρογιάννηδες | ||
| Ονοματεπώνυμα - Κατηγορία όπως «Βαμβακάρης (κλίση: μανάβης)» - Παράρτημα:Ουσιαστικά | ||||
Ετυμολογία
- Τσαγκαρογιάννης < + -γιάννης • Η Ετυμολογία χρειάζεται ανάπτυξη με τεκμηρίωση. Μπορείτε να βοηθήσετε;
Μεταγραφές
- λατινικοί χαρακτήρες: Tsangarogiannis
This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.