Συκιές

Νέα ελληνικά (el)

 πτώσεις   πληθυντικός  
ονομαστική οι Συκιές
      γενική των Συκιών
    αιτιατική τις Συκιές
     κλητική Συκιές
Οι καταλήξεις προφέρονται με συνίζηση.
Κατηγορία όπως «καρδιά» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία

Συκιές < συκιές < πληθυντικός αριθμός του συκιά

Προφορά

ΔΦΑ : /siˈces/
τυπογραφικός συλλαβισμός: Συκιές

Κύριο όνομα

Συκιές θηλυκό, μόνο στον πληθυντικό

  1. ονομασία οικισμών της Ελλάδας
  2. προάστιο της Θεσσαλονίκης

Συγγενικά

Μεταφράσεις

This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.