Πετροσίδης
Νέα ελληνικά (el)
| ↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||
|---|---|---|---|---|
| ονομαστική | ο | Πετροσίδης | οι | Πετροσίδηδες |
| γενική | του | Πετροσίδη* | των | Πετροσίδηδων |
| αιτιατική | τον | Πετροσίδη | τους | Πετροσίδηδες |
| κλητική | Πετροσίδη | Πετροσίδηδες | ||
| * Και λόγια γενική ενικού Πετροσίδου | ||||
| Ονοματεπώνυμα - Κατηγορία όπως «Αγγελίδης» - Παράρτημα:Ουσιαστικά | ||||
Ετυμολογία
- Πετροσίδης < αρμενική Պետրոսյան (Petrosyan, Πετροσιάν) ή αντίστοιχη ρωσική Петросян (Petrosján) (πατρωνυμικό). Ελληνοποιημένη μορφή του αρμενικού επωνύμου, με αντικατάσταση της αρχικής κατάληξης -ιάν με την ελληνική (ποντιακή) πατρωνυμική κατάληξη -ίδης. Μορφολογικά αναλύεται σε Πετρός + -ίδης.
Κύριο όνομα
Πετροσίδης αρσενικό (θηλυκό Πετροσίδη ή Πετροσίδου)
Μεταγραφές
- κυριλλικοί χαρακτήρες: Петросидис
- λατινικοί χαρακτήρες: Petrosidis
This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.