Ξανθάκος
Νέα ελληνικά (el)
| ↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||
|---|---|---|---|---|
| ονομαστική | ο | Ξανθάκος | οι | Ξανθάκοι |
| γενική | του | Ξανθάκου | των | Ξανθάκων |
| αιτιατική | τον | Ξανθάκο | τους | Ξανθάκους |
| κλητική | Ξανθάκο | Ξανθάκοι | ||
| Ονοματεπώνυμα - Κατηγορία όπως «Δημητράκος (κλίση: υπνάκος)» - Παράρτημα:Ουσιαστικά | ||||
Ετυμολογία
- Ξανθάκος < + -άκος • Η Ετυμολογία χρειάζεται ανάπτυξη με τεκμηρίωση. Μπορείτε να βοηθήσετε;
Μεταγραφές
- λατινικοί χαρακτήρες: Xanthakos
This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.