Ναΐρα

Νέα ελληνικά (el)

Προφορά

ΔΦΑ : /naˈi.ɾa/
τυπογραφικός συλλαβισμός: Ναΐρα
τονικά παρώνυμα: Νάιρα, νάιρα

Ετυμολογία 1

Ναΐρα < μεταγραφή για την αραβική نيرة (nayyira, λαμπερή, φωτεινή)

Μεταγραφή

Ναΐρα θηλυκό, ενδεχομένως κλίνεται


Ετυμολογία 2

Ναΐρα < μεταγραφή για την αρμενική Նաիրա (Naira) < αρμενική γλώσσα Նաիրի (Naira), προέλευσης από την ακκαδική  δείτε τη λέξη Ναϊρί

Μεταγραφή

Ναΐρα θηλυκό, ενδεχομένως κλίνεται

Συγγενικά

  • Nairi στην αγγλική Βικιπαίδεια Λήμμα στην αγγλική Βικιπαίδεια
This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.