Μελισσάς

Νέα ελληνικά (el)

 πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική ο Μελισσάς οι Μελισσάδες
      γενική του Μελισσά των Μελισσάδων
    αιτιατική τον Μελισσά τους Μελισσάδες
     κλητική Μελισσά Μελισσάδες
Ονοματεπώνυμα - Κατηγορία όπως «Παλαμάς (κλίση: ψαράς)» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία

Μελισσάς < επάγγελμα μελισσάς

Προφορά

ΔΦΑ : /me.liˈsas /
τυπογραφικός συλλαβισμός: Μελισσάς

Κύριο όνομα

Μελισσάς αρσενικό (θηλυκό Μελισσά)

Μεταγραφές

Πηγές

  • Παναγιώτα Δαλακούρα, Τα επώνυμα της Καβάλας γλωσσολογική προσέγγιση, Μεταπτυχιακή διπλωματική εργασία ΑΠΘ, Θεσσαλονίκη, 2020
This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.