Μαραθιάς
Νέα ελληνικά (el)
| ↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||
|---|---|---|---|---|
| ονομαστική | ο | Μαραθιάς | οι | Μαραθιάδες |
| γενική | του | Μαραθιά | των | Μαραθιάδων |
| αιτιατική | τον | Μαραθιά | τους | Μαραθιάδες |
| κλητική | Μαραθιά | Μαραθιάδες | ||
| Συνήθως στον ενικό | ||||
| Κατηγορία όπως «ψαράς» - Παράρτημα:Ουσιαστικά | ||||
Προφορά
- ΔΦΑ : /ma.ɾaˈθças/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : Μα‐ρα‐θιάς
Συγγενικά
Αναφορές
- Γιώργος Ζαροδήμος, Τα Οικωνύμια του Δήμου Αγράφων, Αθήνα 2021
This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.