Μαραθιάς

Νέα ελληνικά (el)

 πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική ο Μαραθιάς οι Μαραθιάδες
      γενική του Μαραθιά των Μαραθιάδων
    αιτιατική τον Μαραθιά τους Μαραθιάδες
     κλητική Μαραθιά Μαραθιάδες
Συνήθως στον ενικό
Κατηγορία όπως «ψαράς» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία

Μαραθιάς < μάραθ(ο) + -ιάς[1]

Προφορά

ΔΦΑ : /ma.ɾaˈθças/
τυπογραφικός συλλαβισμός: Μαραθιάς

Κύριο όνομα

Μαραθιάς αρσενικό

Συγγενικά

Μεταφράσεις

Αναφορές

  1. Γιώργος Ζαροδήμος, Τα Οικωνύμια του Δήμου Αγράφων, Αθήνα 2021

Κλιτικός τύπος κυρίου ονόματος

Μαραθιάς θηλυκό

This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.