Λιοί
Νέα ελληνικά (el)
| ↓ πτώσεις | πληθυντικός | |||
|---|---|---|---|---|
| ονομαστική | οι | Λιοί | ||
| γενική | των | Λιών | ||
| αιτιατική | τους | Λιούς | ||
| κλητική | Λιοί | |||
| Κατηγορία όπως «ναός» - Παράρτημα:Ουσιαστικά | ||||
Ετυμολογία
- Λιοί < αρχαία ελληνική Αἴγιλα
Προφορά
- ΔΦΑ : /liˈi/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : Λι‐οί
Κύριο όνομα
Λιοί αρσενικό, μόνο στον πληθυντικό
- (νησί) πρώην ονομασία των Αντικυθήρων
- ※ Οι ονομασίες που επιβίωσαν έως τις μέρες μας είναι Λιοί στα Κύθηρα και στην Πελοπόννησο και Σιγκιλιό ή Σιγκλιό στην Κρήτη, ονομασίες που προέρχονται από την αρχαία ονομασία. (Άρης Τσαραβόπουλος, Αντικύθηρα, Αρχαιολογία, 24 Ιουνίου 2013)
Μεταφράσεις
Λιοί
|
|
This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.