Αἴγιλα

Αρχαία ελληνικά (grc)

 πτώσεις       ενικός      
ονομαστική Αἴγιλ
      γενική τῆς Αἰγίλης
      δοτική τῇ Αἰγίλ
    αιτιατική τὴν Αἴγιλᾰν
     κλητική ! Αἴγιλ
1η κλίση, Κατηγορία 'θάλασσα' όπως «θάλασσα» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία

Αἴγιλα < λείπει η ετυμολογία

Κύριο όνομα

Αἴγιλα θηλυκό

Πηγές

This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.