Ληθαῖος
Αρχαία ελληνικά (grc)
| ↓ πτώσεις | ενικός | |||
|---|---|---|---|---|
| ονομαστική | ὁ | Ληθαῖος | ||
| γενική | τοῦ | Ληθαίου | ||
| δοτική | τῷ | Ληθαίῳ | ||
| αιτιατική | τὸν | Ληθαῖον | ||
| κλητική ὦ! | Ληθαῖε | |||
| 2η κλίση, Κατηγορία 'δρόμος' όπως «κῆπος» - Παράρτημα:Ουσιαστικά | ||||
Ετυμολογία
- Ληθαῖος (ελληνιστική κοινή) < ληθαῖος / λήθαιος < αρχαία ελληνική λήθη < πρωτοελληνική *lā́tʰā < πρωτοϊνδοευρωπαϊκή *léh₂dʰeh₂ < *leh₂- (αποκρύπτω)
Κύριο όνομα
Ληθαῖος, -ου αρσενικό
- (ελληνιστική κοινή) Ληθαίος ποταμός
- ※ 1ος πκε/κε αιώνας ⌘ Στράβων, Γεωγραφικά, 4.1, 39 @perseus.tufts.edu & el.wikisource
- ※ Πρώτη δ᾽ ἐστὶν ἐξ Ἐφέσου Μαγνησία πόλις Αἰολίς͵ λεγομένη δὲ ἐπὶ Μαιάνδρωι· πλησίον γὰρ αὐτοῦ ἵδρυται· πολὺ δὲ πλησιαίτερον ὁ Ληθαῖος ἐμβάλλων εἰς τὸν Μαίανδρον͵ τὴν δ᾽ ἀρχὴν ἔχων ἀπὸ Πακτύου τοῦ τῶν Ἐφεσίων ὄρους· ἕτερος δ᾽ ἐστὶ Ληθαῖος ὁ ἐν Γορτύνηι καὶ ὁ περὶ Τρίκκην͵ ἐφ᾽ ὧι ὁ Ἀσκληπιὸς γεννηθῆναι λέγεται.
Πηγές
- Ληθαῖος - ΛΟΓΕΙΟΝ (αγγλικά, από το 2011) Λεξικά για την αρχαία ελληνική και λατινική γλώσσα (στα αγγλικά, γαλλικά, ισπανικά, κ.λπ.) Πανεπιστήμιο του Σικάγου.
This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.